παρέχομεν

παρέχομεν
παρέχω
hand over
pres ind act 1st pl
παρέχω
hand over
imperf ind act 1st pl (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • подавати — ПОДАВА|ТИ 1 (159), Ю, ѤТЬ гл. 1.Давать, подавать, подносить: ѹмирающю просѧштю при˫ати комъкани˫а. еп(с)пъ съ испытаниѥмь да подавають [в др. сп. подаваѥть] комъканиѥ. (μεταδιδότω τῆς προσφορᾶς) КЕ XII, 23б; причащениѧ же даръ достоинымъ подаваи …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • ξενηλασία — θεσμός της αρχαίας Σπάρτης, όπου ίσχυε πριν από τη νομοθεσία του Λυκούργου. Από την εποχή του Λυκούργου, το έθιμο αυτό ενισχύθηκε με γραπτό νόμο, που απαγόρευε στους ξένους να μένουν στη Σπάρτη χωρίς ειδική άδεια και έδινε στις αρμόδιες αρχές το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”